Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ, 1η ΙΑΝ. 1893



Ἀλέξ.Μωραϊτίδης. Ἀκρυλικὸ σὲ χαρτί.
Ἐργο (2018) τοῦ Κώστα Ντιό. 
 
Τὸ ἱστολόγιο «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων», ἐκφράζει τὴν εὐγνώμονα διάθεσή του γιὰ τὴν τιμὴ τοῦ περιπετειώδους ταξειδιοῦ  τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη στὸ Καρπενήσι πρὸ τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1901. Εὔχεται δὲ καὶ ἐλπίζει πὼς  τὸ 2019 θὰ εἶναι «ἔτος Ἀλέξ. Μωραϊτίδη», εὐχὴ καὶ παραίνεση, ποὺ διετύπωσε προσφάτως καὶ μετ’ ἐπιτάσεως ὁ εἰδήμων τοῦ Μωραϊτιδικοῦ ἔργου κ. Ν.Δ.Τ.  καθὼς συμπληρώνονται 90 ἔτη ἀπὸ τὴν κοίμησή του ὡς μοναχοῦ Ἀνδρονίκου.
Ἐξ ἀφορμῆς αὐτῶν παρουσιάζεται ἕνα μικρὸ χρονογράφημά του ποὺ δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα «Νέα Ἐφημερίς», στὴν 5η σελίδα, τὴν πρωτοχρονιὰ τοῦ 1893. Δημοσιεύεται μὲ τὸ ψευδώνυμο «Ἐντόπιος», ἕνα ἀπὸ τὰ δημοσιογραφικὰ ψευδώνυμα τοῦ Μωραϊτίδη, στὴ στήλη «ΜΕ ΜΙΑ ΠΕΝΙΑ». Τὸ λεπτῆς, δημοσιογραφικῆς Μωραϊτιδικῆς εἰρωνείας μικρὸ αὐτὸ ἄρθρο,  μὲ τίτλο «ΜΑΛΙΣΤΑ, ΕΙΝΕ ΑΛΗΘΕΣ», ἀναφέρεται στὴν θρησκευτικότητα τῶν ἀρχόντων, τῶν πολιτικῶν ἡγετῶν· θέμα καὶ ζήτημα ἐπίκαιρο μέχρι τὶς ἡμέρες μας. Ἀφορμή, ἡ  εἴδηση περὶ συχνοῦ ἐκκλησιασμοῦ τοῦ πρωθυπουργοῦ τοῦ Ἡνωμένου Βασιλείου, Γλάδστωνος (William Ewart Gladstone 1809-1898). Τὸ ἄρθρο καταλογογραφεῖται, ὡς τίτλος,  στὴ διατριβὴ τῆς Ροδάνθης Βαλερᾶ-Κούνεβα, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929). Συμβολὴ στὴ μελέτη τοῦ διηγηματικοῦ του ἔργου, ἀλλὰ δὲν ἔχει δημοσιευτεῖ σὲ βιβλίο ἢ ἄλλου εἴδους ἔντυπο μὲ ἔργα τοῦ Ἀλεξ. Μωραϊτίδη.  
 

ME MIA ΠΕΝΙΑ
ΜΑΛΙΣΤΑ, ΕΙΝΕ ΑΛΗΘΕΣ

πειδὴ τινὲς παραξενεύθησαν μ᾿ ἐκεῖνα ποὺ ἐγράψαμεν διὰ τὸν πρωθυπουργὸν τῆς Ἀγγλίας, τὸν Γλάδστωνα, ὅτι δηλ. ἡ ἐφημερίς του ἀναγγέλλει κατὰ Κυριακὴν ποῦ θὰ ἐκκλησιασθῇ ὁ μέγας ἀνὴρ τὴν πρωΐαν καὶ ποῦ τὴν ἑσπέραν, κ’ ἠρώτων τοὺς παρ᾿ ἡμῖν ἀγγλομαθεῖς ἢ ἀγγλόφρονας ‒ὅπως θέλετε‒ νὰ πληροφορηθῶσιν, ἐπαναλέγομεν, τῳόντι δὶς τὴν Κυριακὴν ἐκκλησιάζεται ὁ μέγας ἀνὴρ τῆς Ἀγγλίας· καθ᾿ ἑκάστην δέ, ὅταν κατοικῇ ἐν τῇ ἐξοχῇ εἰς τὸν πύργον Hawarden, κείμενον ἐπὶ λόφου δασώδους δέκα χιλιόμετρα μακρὰν τοῦ Λονδίνου, ἐγειρόμενος καὶ ἐνδυόμενος τὴν ὀγδόην τῆς πρωΐας μεταβαίνει πεζῇ εἰς τὸ παρεκκλήσιον τοῦ Hawarden, δύο χιλιόμετρα μακρὰν τοῦ πύργου, καὶ ἀκούει τὴν ἀκολουθίαν του.
Προσθέτομεν δὲ ὅτι ἐν τῷ καλλωπιστηρίῳ τοῦ Γλάδστωνος κεῖται πάντοτε ἐπί τινος τραπέζης ἀνοικτὴ ἡ Ἁγία Γραφή!
—Τ᾿ ἀκοῦτε, ἄρχοντες καὶ μεγιστάνες;

Ἐντόπιος

 

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΟΡΔΙΟΥ ΑΠΟ ΤΑ 1718


Ἐκ Βρανιανῶν... [καί]... Ἀπὸ τοῦ Καρδίτζα...

 
 Τὸ ἱστολόγιο «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων» ἀποχαιρετᾶ τὸ 2018 μὲ μία ἐπιστολὴ τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου (Μ. Βραγγιανά 1654-1729) τριακοσίων ἐτῶν· τοῦ Δεκεμβρίου 1718. Ἀποστέλλεται σὲ κάποιον Γεώργιο, μαθητή του, ὁ ὁποῖος, πιθανῶς, διαμένει στὴν Καρδίτσα καὶ κατάγεται ἀπὸ τὰ Μεγ. Βραγγιανὰ (τότε Βρανιανά) καὶ ἀποστέλλει δῶρα στὸν Γόρδιο γιὰ τὴν πληρωμὴ τοῦ μνημοσύνου τῶν γονέων του. Ἡ ἐπιστολὴ εἶναι δημώδους ὕφους καὶ περιεχομένου εὐχαριστιακοῦ καὶ συμβουλευτικοῦ τοῦ Γεωργίου.
 

Κώδ. 122 Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης, φ. 281r.


Ἐντιμότατε καὶ φιλομαθέστατε κύριε Γεώργιε, ὑγιαίνοις ἐν Χριστῷ ψυχῇ καὶ σώματι, εὐοδούμενος εἰς ἔργα ψυχοφελῆ καὶ σωτήρια. Ἔλαβα τὸ τίμιον γράμμα σου καὶ τὰ τρία λουτζέκια τὸ σιτάρι καὶ τὰ ὄσπρια, κουκκία καὶ λαθύρια ἕνα λουτζέκι, καὶ τὴν ὀκὰν τὸν καπνόν, ὁποῦ μοῦ ἔπεμψες ἀπὸ τοῦ Καρδίτζα μὲ τὸν Ρίζον τοῦ Δήμου, τὸν λεγόμενον Καρβέλην. Καὶ εὐχαριστῶ σε πολλά, παρακαλῶντας τὸν θεὸν ὑπὲρ ὑγείας καὶ σωτηρίας σου καὶ ἀναπάσεως τῶν ψυχῶν τῶν μακαρίων γονέων σου. Καὶ ἔχε πάντοτε εἰς τὸν νοῦν σου ἐκεῖνα ὁποῦ σοῦ ἐσυμβούλευσα, ὅταν ἐκοπίασες καὶ ἦλθες ἐδῶ.Καὶ πάλιν ἂν ἠμπορέσῃς ποτὲ νὰ ἔλθῃς, θέλω σὲ συμβουλεύσῃ καὶ περισσότερα, ὁποῦ νὰ εἶναι διὰ τὸ συμφέρον σου μάλιστα τῆς ψυχῆς σου.
Τὸν Στάθην τὸν Μυσὸν ὁποῦ ἐγύρευες, δὲν ἠμπόρεσα νὰ τὸν κάμω νὰ ἔλθῃ αὐτοῦ, νὰ τὸν ἀνταμώσω καὶ νὰ τὸν εἰπῶ διὰ λόγου σου, καθὼς μοῦ εἶπες. Καὶ ἂν τὸν ἀνταμώσω, πάλιν θέλω τοῦ εἰπεῖ, ἂν μοῦ ἀκούσῃ. Ἀλλὰ ἡ ἐντιμότης σου, ἐκεῖνο ὁποῦ ἤθελες νὰ κάμῃς, τὸ ἔκαμες.

Ταῦτα, καὶ πάλιν ὑγιαίνοις ἐν Χριστῷ.
Ἐκ Βρανιανῶν, αψιη΄ δεκεμβρίου θ΄.
Ὁ ἐν ἱερομονάχοις ἐλάχιστος, Ἀναστάσιος Γόρδιος, εὐχέτης σου.

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

ΖΗΣΗΣ Ν. ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ (ΚΟΖΑΝΗ 1856-ΠΕΙΡΑΙΑΣ 1936)


*Ὁ παιδαγωγὸς Ζήσης Ἀγραφιώτης (Κοζάνη 1856-Πειραιᾶς1936). Ἀπὸ τὰ Ἀγραφιώτικα τῆς Κοζάνης, στὸ «Λύκειον Ζήση Ἀγραφιώτου ἐν Πειραιεῖ».

Ἡ Κοζάνη ὑπῆρξε τόπος ἀποδημίας Ἀγραφιωτῶν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰ., μὲ ἰδιαίτερη μάλιστα συνοικία, τὰ «Ἀγραφιώτικα». Μιὰ μαρτυρία αὐτῆς τῆς μετοικεσίας ποὺ διατηρεῖται «ζῶσα» μέχρι τὶς μέρες μας εἶναι καὶ ἡ ἀφιέρωση στὴν εἰκόνα τοῦ Προδρόμου στὸ Τέμπλο τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Κοζάνης, ποὺ χρονολογεῖται στὰ 1815 καὶ εἶναι ἀφιερωματικὴ ἐκ τῶν μελῶν τῆς συντεχνίας τῶν  Ἀγραφιωτῶν ὑφαντουργῶν:
«Δέησις τῶν ὑφαντάδων Ἀγραφηότων καὶ τῇ Δαπάνῃ αὐτῶν Γεωργίου ἱερέως, Κωνσταντίνου Πολύζο Βασίλει Κωνσταντὶ Ἀποστόλη Δημητρίου Δημητρίου εἰς μνημόσυνον αἰώνιον αὐτῶν καὶ τῶν γονέων των 1815 Μαΐου 30 ἐν Κοζάνῃ».
Ἀπόγονος τῶν μετοίκων Ἀγραφιωτῶν ἦταν καὶ ὁ Κοζανίτης, μὲ ἀπώτερη καταγωγὴ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα, λόγιος ἐκπαιδευτικὸς Ζήσης Ν. Ἀγραφιώτης. Ὁ Παν. Λιούφης στὴ μονογραφία του «Ἱστορία τῆς Κοζάνης» μᾶς παραδίδει ἕνα ἀδρομερὲς βιογραφικὸ τοῦ Ζ. Ἀγραφιώτη ‒προφανῶς ἀπὸ προσωπικὲς μαρτυρίες καὶ πηγές, τὶς ὁποῖες δὲν ἀναφέρει‒ καθὼς διετέλεσε ἐπὶ τριετία διδάσκαλος στὸ ἐκπαιδευτήριο τοῦ Ζ. Ἀ. στὸν Πειραιᾶ‒, ὅπου σημειώνει χαρακτηριστικὰ πώς:
«ἡ οἰκογένεια αὐτοῦ ὡρμᾶτο ἐξ Ἀγράφων, ἐξ οὗ καὶ τὸ ἐπώνυμον»
Γεννήθηκε στὴν Κοζάνη 1856 καὶ εἶχε δύο ἀδέλφια τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Βασιλική.  Ἀφοῦ πραγματοποίησε τὸν βασικὸ ἐγκύκλιο κλάδο τῶν σπουδῶν του στὴν Κοζάνη σὲ ἡλικία 18 περίπου ἐτῶν μετέβη στὴν Ἀθήνα ὅπου ταυτόχρονα ἐργαζόταν ἀπὸ τὸ 1874 ὡς διανομέας  τῆς Πειραϊκῆς ἐφ. «Ἑρμῆς», ἐκδότης τῆς ὁποίας ἦταν ὁ Ἰω. Καλοστύπης πρώην δάσκαλος τῆς Σχολῆς Κοζάνης, ὁ ὁποῖος τοῦ συμπαραστάθηκε στὰ πρῶτα βήματα τῆς νέας πορείας του, προφανῶς λόγω τῆς σχέσεως καὶ τῆς μεταξύ τους γνωριμίας ἀπὸ τὴ Σχολὴ τῆς Κοζάνης καὶ ὁλοκλήρωσε  τὰ ἐγκύκλια γράμματα.
 Στὰ 1880 ὁλοκληρώνει ὡς ὑπότροφος τὶς σπουδές του στὴ Φιλοσοφικὴ Σχολή κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ὁποίων διατηρεῖ, γιὰ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀνάγκες τῶν Σπουδῶν του, καὶ φροντιστήριο γραμμάτων  (στὸ Πασαλιμάνι στὴν ὁδὸ Ὑψηλάντου) ἐνῶ συνεργάζεται μὲ τὴν «Σφαῖρα» τὴν νέα πρώτη καθημερινὴ Πειραϊκὴ ἐφημερίδα, ποὺ ἵδρυσε πάλι ὁ Ἰω. Καλοστύπης. Τὸ φροντιστήριό του στὰ 1887, ὅταν σταματᾶ τὴ λειτουργία του τὸ Λύκειο Ζαφειροπούλου Ἡσυχίου καὶ Τσούμα, στὸ ὁποῖο ἐργαζόταν ὡς ἐκπαιδευτικος ὁ Ζ. Ἀ. μετεξελίσσεται μὲ τὴν προτροπὴ τῶν ἀδελφῶν Καλοστύπη [Ἰωάννης, διδάσκαλος στὴ Σχολὴ Κοζάνης 1872-3 καὶ Δημοσθένης δόκιμος δημοσιογράφος] στὸ Λύκειον Ζήση Ἀγραφιώτου μὲ τὴν ἐπωνυμία «Ὁ Πλάτων».

Τὸ Λύκειο εἶχε ἀρχίσει ἀρχικὰ νὰ λειτουργεῖ ὡς Δημοτικὸ Σχολεῖο καὶ 2 τάξεις τοῦ Γυμνασίου μὲ προαιρετικὴ τὴ διδασκαλία τῆς Γαλλικῆς καὶ τῶν ἐμπορικῶν μαθημάτων.
Ἀκόμη, σώζεται καὶ πλήρης κατάλογος τῶν καθηγητῶν τοῦ σχ. ἔτους 1889-1890, ὅλοι ἐκλεκτοὶ ἐκπαιδευτικοί, ποὺ δείχνει τὴν ἱκανότητα τοῦ Ζ. Ἀ. νὰ ἐπιλέγει τὰ κατάλληλα πρόσωπα γιὰ τὴν ἐκπαίδευση τῶν μαθητῶν του. Χαρακτηριστικὸ τῆς ὀργανωτικῆς πληρότητος τοῦ Λυκείου εἶναι πὼς προβλεπόταν:
 
«Καὶ δύο παιδονόμοι διὰ τὰ ἐν τῷ ἐκπαιδευτηρίῳ καὶ τὰς ὁδοὺς ἐπίβλεψιν τῶν μαθητῶν»
Δύο χρόνια μετὰ τὴν ἔναρξη τῆς λειτουργίας τοῦ Λυκείου Ἀγραφιώτου ὁ Διευθυντὴς καὶ ἱδρυτής του ἀποφασίζει τὴν εἰσαγωγὴ μαθημάτων ἐμπορίου στὶς δύο ἀνώτερες τάξεις τοῦ Λυκείου. Ὅπως χαρακτηριστικὰ σημειώνει σὲ ἄρθρο της ἡ ἐφ. «Σφαίρα» στὶς 28. 8. 1889:
 «Ὁ ἐλλόγιμος διευθυντὴς τοῦ Λυκείου κ. Ἀγραφιώτης εἰσάγει ἐν ταῖς ἀνωτέραις τάξεσιν τοῦ Λυκείου ... πλήρη σειρὰ ἐμπορικῶν μαθημάτων διὰ τῆς ἐκμαθήσεως τῶν ὁποίων ἡ φιλότιμος νεότης τῆς ἡμετέρας πόλεως θέλει καταστῇ ἐπιτηδεία εἰς τὰς ἀεὶ πολλαπλασιαζομένας ἀνάγκας τοῦ ἐμπορίου. ... Τὴν πολύτιμον ταύτην ὑπηρεσίαν διὰ πολλῶν θυσιῶν προσφέρει εἰς τὴν ἡμετέραν πόλιν ὁ κ. Ζήσης Ἀγραφιώτης»

Στὸ ἴδιο ἄρθρο πληροφορούμεθα γιὰ τὰ ἐκπαιδευτήρια στὰ ὁποῖα εἶχε διδάξει ὁ Ζ. Ἀ. μέχρι τὸ 1887, ἔτος ἱδρύσεως τοῦ δικοῦ του Σχολείου:
1. Παρθεναγωγεῖον Βαμβακάρη-Γκίκα
2. Λύκειο Ζαφειροπούλου-Ἀντωνάκη
3. Β΄ Παρθεναγωγεῖον
4. «Ἑλληνικὸν Ἐκπαιδευτήριον» τῶν Δημ. Ἀντωνάκη καὶ Γεωργίου Τζηνιέρη. 
Ὁ Ζ. Ἀγραφιώτης, στὸ ἴδιο ἄρθρο, χαρακτηρίζεται:
«Ἀνὴρ εὐμαθής, ἀφοσιωμένος εἰς τὸ ἑαυτοῦ καθῆκον, μὴ περισπώμενος ὑπὸ ἄλλων ἔργων, χρηστὸς καὶ εὐμέθοδος κατέχει τὸ μυστήριον νὰ καθιστᾷ παρὰ τοῖς μαθηταῖς τὴν σχολὴν ἀγαπητήν, ὡς τὸν ἴδιον οἶκον, καὶ σεμνὴν ὡς ναόν, ὡς δύνανται μὰ μαρτυρήσωσιν οἱ γονεῖς οἱ ἐμπιστευθέντες αὐτῷ τὴν μόρφωσιν τῶν ἑαυτῶν τέκνων. Ἔχων ἀμέριστον τὴν πολύτιμον σύμπραξιν κρατίστων καθηγητῶν καὶ διδασκάλων, ὧν τὴν συνεργασίαν ἐξασφάλισεν διὰ πολλῶν θυσιῶν»

Στὶς ἀρχὲς τοὺ αἰώνα ὁ Ζ. Ἀ. παρὰ τὸ γεγονὸς πὼς ζοῦσε στὸν Πειραιᾶ συμμετεῖχε στὴν ἐπιτροπὴ γιὰ τὶς παραδοσιακὲς ἀποκριάτικες δράσεις τῆς Κοζάνης τὴν περίοδο 1900-1906.
Στὰ 1904 τὸν συναντοῦμε νὰ συμπράττει μὲ τὸν ἐμποριολόγο Κ. Παναγιωτόπουλο στὴν ἵδρυση Ἐμπορικῆς Σχολῆς:
 «Πρωτοβουλίᾳ τοῦ Κ. Παναγιωτοπούλου, καθηγητοῦ τῶν Ἐμπορικῶν καὶ συμπράξει τοῦ κ. Ζήση Ἀγραφιώτου, Λυκειάρχου, ἱδρύεται ἐν Πειραιεῖ  Ἐμπορικὴ Σχολή, πρὸς μόρφωσιν εἰδικὴν τῆς νέας ἐμπορικῆς γενεᾶς κατὰ τὰς νεωτέρας ἀπαιτήσεις καὶ ἀνάγκας τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἐμπορίου». Ἐν Πειραιεῖ τῇ 1η Αὐγούστου 1904.
Τὰ ἐγκαίνια τῆς Ἐμπορικῆς Σχολῆς Παναγιωτοπούλου-Ἀγραφιώτου πραγματοποιοῦνται στὶς 3 Ὀκτωβρίου 1904.
Σὲ διαφημιστικὴ καταχώριση στὸν Τύπο τῆς ἐποχῆς διαβάζουμε πὼς  τὸ Λύκειον Ζήση Ἀγραφιώτου στὰ 1906 διέθετε προσωπικὸ ἐκ 35 καθηγητῶν καὶ διδασκάλων μὲ δύο ξένες γλῶσσες ὑποχρεωτικῶς σὲ ὅλες τὶς τάξεις (Ἀγγλική-Γαλλική) καὶ προαιρετικῶς ἡ Γερμανική. Διέθετε δὲ συγχρόνως καὶ Οἰκοτροφεῖο.
Στὶς 31 Δεκ. 1918  πεθαίνει ὁ Ἰωάννης Καλοστύπης  πρώην δάσκαλος στὴ Σχολὴ Κοζάνης ὁ θεμελιωτὴς τῆς Πειραϊκῆς δημοσιογραφίας, τὸ πρόσωπο, ἡ μορφὴ  ποὺ  βοήθησε τὸν Ζ. Ἀ. καὶ κατὰ  τὶς σπουδές του στο Παν. Ἀθηνῶν ὡς ἐργοδότης του ἀλλὰ καὶ στὴ συνέχεια μὲ τὴ στήριξή του στὴν ἐκπαιδευτική του δράση μὲ τὸ Λύκειο «Ὁ Πλάτων».
Τὸν Ἰω.Καλοστύπη ἀναφέρει καὶ ὁ Καρπενησιώτης (μὲ ἀπώτερη καταγωγὴ ἀπὸ τὴ Γρανίτσα τῶν Ἀγράφων) λόγιος καὶ Ἀκαδημαϊκὸς Ζαχαρίας Παπαντωνίου  σὲ ἕνα σατυρικό, θεατρικὸ χρονογράφημά του μὲ τίτλο «ΟΡΕΣΤΕΙΑ» στὶς  2. 11. 1903, ὅπου σὲ φανταστικὸ διάλογο ἐρωτᾶται, μεταξὺ ἄλλων, ἀπὸ  τοὺς θεατρικοὺς κριτικοὺς ὁ Αἰσχύλος γιὰ τὴ «Ὁρέστειά» του:

ΚΡΙΤΙΚΟΣ
—Ἔβαλες δέσιν, λύσιν, κάθαρσιν;
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
—Μμμ! Κἄτι ἔκαμα, τὸ κατὰ δύναμιν...
ΚΡΙΤΙΚΟΣ
—Ὡς ὁ Περεσιάδης εἶσαι δυνατός;
—Καὶ ὡς ὁ Καλοστύπης ἀρχαιοπρεπής; 

Τὸ Λύκειο τοῦ Ζ. Ἀ. χαρακτηρίστηκε ὡς «σέμνωμα καὶ ἐγκαλλώπισμα τῆς ἐκπαιδεύσεως ἐν Ἑλλάδι», ξεπερνώντας τὰ ὅρια τοῦ πειραϊκοῦ χώρου μὲ μαθητὲς ἀπὸ πολλὲς περιοχὲς τῆς ἐλεύθερης ἀλλὰ καὶ τῆς ἀλύτρωτης Ἑλλάδας. Ἡ ραγδαία πρόοδος τοῦ Λυκείου, ἔνδειξη τῆς λογιότητος καὶ τοῦ παιδαγωγικοῦ συστήματος τοῦ Ζ. Ἀ. ὁδήγησαν ἀκόμη καὶ ὀνομαστοὺς δασκάλους τῆς ἐποχῆς νὰ στέλνουν τὰ παιδιά τους στὸ Λύκειο Ἀγραφιώτη. Ἀκόμη ἀρκετὰ διαπρέψαντα στὸ μέλλον μέλη τῆς Πειραϊκῆς κοινωνίας φέρονται ὡς ἀπόφοιτοι τῆς Σχολῆς.
Πιστὸς στὴν παράδοση τῶν λογίων τῆς Κοζάνης, μὴ λησμονώντας τὴ γενέτειρά του, δωρίζει τὴν ἀξιόλογη συλλογὴ βιβλίων του στὴ Δ. Βιβλιοθήκη τῆς Κοζάνης. Σώζεται, δακτυλόγραφος, ὁ κατάλογος τῶν δωρηθέντων βιβλίων. Ὡς δωρητῆ ἀξιόλογων βιβλίων στὴ Βιβλιοθήκη Κοζάνης ἀναφέρει  τὸν Ζ. Ἀ. καὶ ὁ Νικ. Δελιαλῆς στὸ ἔργο του «Κατάλογος Ἐντύπων Δημοτικῆς Βιβλιοθήκης Κοζάνης» ὅπου καταλογογραφεῖ ἕξη ἔντυπα: 

1. (Λειψία 1831-1832) Ἀριστοτέλης. Ἀριστοτέλους Φυσικῆς ἀκροάσεως τόμοι ὀκτώ (1831-1832)
2. (Μόσχα 1804) — Εὐγένιος Βούλγαρις. Αἱ Καθ᾿ Ὅμηρον ἀρχαιότητες. Καὶ αἱ Κερκυραϊκαὶ ἀρχαιολογῖαι
3. (Λειψία 1828)  Ὀβίδιος. P. Ovidii Nasonis quae super sunt
4. (Λειψία 1828)  Ὅμηρος. Homeri Odyssea
5.  (Λειψία 1813-1814) —  Πλάτων. Platonis opera
6. (Λειψία 1829)  Πλούταρχος. Plutarchi vitae parallelae

Ὁ Ζήσης Ν.  Ἀγραφιώτης ἐκοιμήθη †στὶς 26 Ἰουλίου 1936. Ἡ ἐξόδιός του ἀκολουθία τελέστηκε στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος Πειραιῶς στὶς 27 Ἰουλίου καὶ ἐπικηδείους ἐκφώνησαν ὁ τ. Γυμνασιάρχης κ. Μπαξεβανάκης καὶ ὁ καθηγητὴς Θεολογίας κ. Πειρουνάκης οἱ ὁποῖοι κατὰ τὸν συντάκτη:
«ὑπεγράμμισαν τὴν ἐξαιρετικὴν συμβολὴν τοῦ ἐκπαιδευτικού του ἔργου εἰς τὴν ἐξύψωσιν τῆς πνευματικῆς στάθμης τοῦ νεωτέρου Πειραιῶς ... ἡ στοργὴ καὶ ἡ ἀφοσίωσις τῶν μαθητῶν του ἠκολούθησε τὸν ἀλησμόνητον διδάσκαλόν των μέχρι τοῦ τάφου του».

 Ἐτάφη στὸ κοιμητήριο Πειραιῶς. Τὴν ἴδια ἡμέρα τῆς κηδείας του στὴν ἐφ. «Σφαίρα» δημοσιεύεται ἐκτενὴς νεκρολογία ὅπου μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρεται πώς:
«Ἐπλουτίσθη ἀπὸ χθὲς τῆς ἀθανασίας τὸ μοιραῖον πάνθεον κατὰ μίαν ἀκόμη ἐξαιρετικὴν φυσιογνωμίαν: τὸν γεραρὸν διδάσκαλον Ζήσην Ν. Ἀγραφιώτην, τέκνα τοῦ ὁποίου πνευματικὰ ἀποτελοῦν ὅσοι ἀπὸ πέντε καὶ ἐπέκεινα δεκαετηρίδων διέπρεψαν εἰς τὰ γράμματα, τὰς τέχνας , τὸν Στρατόν, καὶ τὸ Ναυτικόν»
Καὶ καταλήγει :
«Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ πλούσιος, ὁ λευκὸς ἀπολογισμὸς τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἔργου τοῦ πολιοῦ πρεσβύτου, ὁ ὁποῖος ἐξεκίνησε μίαν ἡμέραν ἀπὸ τὴν μακρινήν του πατρίδα τὴν Κοζάνη μὲ τὴν ψυχὴν πλημμυρισμένην ἀπὸ τὸ ἅγιον φῶς τῆς μαθήσεως καὶ τὸν νοῦν γαλουχημένον ἀπὸ τὰ εὐγενέστερα τῶν ὀνείρων, διὰ νὰ ἔλθῃ ἐδῶ καὶ νὰ καταυγάσῃ, ὡς πραγματικὸν μετέωρον , τὸν πνευματικόν μας ὁρίζοντα» 

Ἀκόμη, τὴν ἑπομένη τῆς κηδείας του, δημοσιεύεται ἀνώνυμα στὴν ἐφημ. «Θάρρος» μικρὴ νεκρολογία γιὰ τὸν Ζ. Ἀ. ἡ ὁποία συνοψίζει πολὺ εὔστοχα ὅλον τὸν ἐκπαιδευτικὸ καὶ πνευματικό του βίο:
«Ἡ Πειραϊκὴ κοινωνία συνόδευσε χθὲς μὲ βαθὺ καὶ εἰλικρινὲς πένθος, μέχρι τῆς τελευταίας του κατοικίας, τὸν πολιὸν πρύτανιν τῶν ἐπιζώντων ἐκπαιδευτικῶν της: τὸν ΖΗΣΗΝ Ν. ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΝ, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξεν ὁ πνευματικὸς πατὴρ τῶν σημερινῶν ἡγετικῶν στελεχῶν εἰς ὅλα τὰ στάδια τῆς κοινωνικῆς μας ζωῆς, εἰς τὰ γράμματα, εἰς τὰς τέχνας, εἰς τὸ ἐμπόριον, εἰς τὸν στρατόν, εἰς τὸ ναυτικόν.
Ἕλκων τὴν καταγωγὴν ἀπὸ τὴν Κοζάνην, ὁ χθεσινὸς πολύκλαυστος νεκρός, ἐξέλεξεν ὡς τόπον τῆς αὐτοδημιουργίας του τὴν πόλιν αὐτὴν τῆς πυρετώδους ἐργασίας καὶ προόδου, εἰς τὴν ὁποίαν ἔφτασε μὲ μόνα ἐφόδια τὴν ἀρετὴν καὶ τὸν ζῆλον πρὸς τὴν ἐργασίαν. Καὶ ἡ ζωὴ δὲν ἦτο δυνατὸν παρὰ νὰ καμφθῇ καὶ τελικῶς καὶ νὰ τοῦ δοθῇ εἰς μίαν σταδιοδρομίαν, πράγματι, πλουσίαν καὶ ἐκπληκτικήν. Εἰς τὸν ἄγνωστον νέον τῆς Κοζάνης ὁ ὁποῖος ἐπεβλήθη μόνον διὰ τῆς προσωπικῆς του ἀνωτερότητος, ὀφείλεται ὁ ἐκπαιδευτικός μας συγχρονισμός, κατὰ μέγα μέρος». 

Πενῆντα ὁλόκληρα χρόνια ὁ Ζ. Ἀ. πάλαιψε νὰ φωτίσει καὶ νὰ καθοδηγήσει τὶς νέες γενιές μὲ τοὺς ἐκλεκτότερους δασκάλους τοῦ Πειραιᾶ καὶ ὄχι μόνον. Διέθετε τὴν ἱκανότητα νὰ διακρίνει τοὺς ἄριστους τῶν ἐκπαιδευτικῶν καὶ νὰ τοὺς ἐντάσσει στὸ διδακτικὸ προσωπικὸ τοῦ Σχολείου του. Παρὰ τὴν ἐπιβλητική του ὄψη καὶ τὴν φημολογούμενη αὐστηρότητά του ἐν τούτοις ἀντιμετώπιζε καὶ φρόντιζε τοὺς μαθητές του μὲ πατρικὴ  στοργή ποὺ συνεχιζόταν καὶ μετὰ τὴν ἀποφοίτησή τους· ἴδιον τῶν σπουδαίων δασκάλων καὶ παιδαγωγῶν: γιὰ νὰ νοιώσει τὴ δικαίωση καὶ τὴν ἱκανοποίηση τῶν κόπων του καὶ τῶν θυσιῶν του καθὼς καὶ τῶν μαθητῶν του μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δεῖ πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀποφοίτους τοῦ Λυκείου του, νὰ διατελέσουν σημαντικοὶ παράγοντες τῆς πολιτικῆς, πνευματικῆς καὶ οἰκονομικῆς ζωῆς του τόπου καὶ τῆς χώρας.
Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

*Ἡ προφορικὴ εἰσήγηση γιὰ τὸν Ζήση Ν. Ἀγραφιώτη ὅπως ἀνακοινώθηκε στὸ Γ΄ Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο Τοπικῆς  Ἱστορίας, Κοζάνη, 8 Δεκ. 2018, Νέο Κτήριο Δημοτικῆς Βιβλιοθήκης, Ἀμφιθέατρο.

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

ΚΟΖΑΝΗ, 7-9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2018. Γ΄ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ (ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ)


Στὴν Κοζάνη, τὸ τριήμερο 7-9 Δεκεμβρίου 2018, πραγματοποιεῖται τὸ Γ΄ Συνέδριο Τοπικῆς Ἱστορίας μὲ διοργανώτρια τὴν Κοβεντάρειο Δημοτικὴ Βιβλιοθήκη Κοζάνης σὲ συνεργασία μὲ τὴν Ἑταιρεία Δυτικομακεδονικῶν Μελετῶν. Τὸ «Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων» πηγαίνει στὴν Κοζάνη, καθὼς στὸ πρόγραμμα τοῦ Συνεδρίου περιλαμβάνεται ἡ εἰσήγηση:

Ὁ παιδαγωγὸς Ζήσης Ἀγραφιώτης (Κοζάνη 1856-Πειραιᾶς1936). Ἀπὸ τὰ Ἀγραφιώτικα τῆς Κοζάνης, στὸ «Λύκειον Ζήση Ἀγραφιώτου ἐν Πειραιεῖ»

Ὁ Κοζανίτης Ζήσης Ν. Ἀγραφιώτης, μὲ ἀπώτερη καταγωγὴ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα, ἀφοῦ μαθαίνει τὰ ἐγκύκλια Γράμματα στὴν Κοζάνη, σπουδάζει μὲ ὑποτροφία στὴν Ἀθήνα καὶ ἱδρύει στὸν Πειραιᾶ, στὸ μεγάλο λιμάνι τῆς χώρας, μία σπουδαία σχολικὴ μονάδα τὸ «Λύκειον Ζήση Ἀγραφιώτου» μὲ τὴν ἐπωνυμία  ‘‘Ὁ Πλάτων’’. Ἀπ᾿ τὸ ὀροπέδιο ἀνάμεσα Βερμίου καὶ Πιερίων στὰ γλαυκὰ τοῦ Σαρωνικοῦ νερά, γιὰ πενῆντα ὁλόκληρα χρόνια ὁ Ζ. Ἀ. πάλαιψε νὰ φωτίσει καὶ νὰ καθοδηγήσει τὶς νέες γεννιὲς μὲ τοὺς ἐκλεκτότερους δασκάλους τοῦ Πειραιᾶ, καὶ ὄχι μόνον, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δεῖ πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἀποφοίτους τοῦ Λυκείου του, νὰ διατελέσουν σημαντικοὶ παράγοντες τῆς πολιτικῆς, πνευματικῆς καὶ οἰκονομικῆς ζωῆς τοῦ τόπου καὶ τῆς χώρας.
Τὸ πρόγραμμα:

 


Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

*ΛΟΓΟΣ ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟΣ, ΕΙΣ ΑΣΗΜΙΝΑΝ ΚΑΒΒΑΛΟΥ


καὶ ἄλλα τινὰ περὶ Ἄνδρου

Πολλὰ πράγματα τὰ συλλογιέμαι
«ὅταν δὲν εἶναι πιὰ καιρός»
Ν. Δ. Τ.

Ὁ Ἀσημένιος ἄγγελος τῆς  Ἄνδρου κι ὁ Μιχαὴλ ἄγγελος τῆς Κρήτης
Πᾶνε περὶ τὰ τριάντα χρόνια. Τὸ ζεῦγος τῶν ἐμφύλων Ἀγγέλων δὲν κατῆλθεν ἀπὸ τὰς οὐρανίους ἁψίδας· εἰσῆλθε μὲ συνεσταλμένες τὶς πτέρυγες ἀπὸ τὴν πάλαι ποτὲ θύραν τῆς Πριάμου 2. Ὁ Ἀσημένιος ἄγγελος τῆς  Ἄνδρου τὰ ἔφερνε τὰ τρία δῶρα του πάντα μαζί του καὶ ἤθελε νὰ τὰ μεταδίδει ἀκόμη καὶ σὲ ὅσους δὲν ἦσαν πρόθυμοι νὰ τὰ δεχθοῦν: τὸ χαμόγελό του, τὴν εὐγένεια του καὶ τὴν ἀνιδιοτελῆ καλοσύνη του. Καί, ὅπως ὅμοιος ὁμοίῳ ἀεὶ πελάζει, ὁ Μιχαὴλ ἄγγελος τῆς Κρήτης, ὁ ὁμόζυγος, ἦταν μία ἀντιγραφή του, ἓν πανομοιότυπο καλοσύνης καὶ εὐγένειας· ἀλλὰ συμπληρωματικὸ πανομοιότυπο.
Μαζί τους ἦσαν καὶ τὰ Ἀγγελούδια τους, ποὺ τὸ ἕνα ἔφερε τὸ ὄνομα Ἐκείνης ποὺ δέχθηκε δι’ Ἀγγέλου τὸ κοσμοσωτήριο μήνυμα ἀπὸ τὰ ὕψη, καὶ τὸ ἄλλο τὸ ὄνομα ἐκείνου ποὺ βάπτισε τὸν Ἀχώρητο ἐν παντί κοσμοσώτηρα.
Ἀρχοντικὴ ψυχή, χριστιανική, δίκαιη ἕως αὐταπαρνήσεως, συνετὴ καὶ μὲ ἀγαθὴ προαίρεση εἶδε ἑαυτὴν ὡς ἄμπελον εὐκληματοῦσαν, προκόπτουσαν, καθὼς καὶ τὰ ἐξ αὐτῆς ἐκβλαστήσαντα τέκνα καὶ τέκνα τῶν τέκνων. Ψυχὴ χαρίεσσα, μόνον ἐφ᾿ ὅσον διαπίστωνε νὰ κυριαρχῇ τὸ κρᾶτος τῆς ἀγάπης, τῆς ἀνοχῆς τῆς ἀλληλοπεριχωρήσεως καὶ τῆς συγχωρητικῆς διαθέσεως ὄχι μόνον ἐντὸς τοῦ οἴκου της ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς αὐτοῦ. Προσῆλθαν ‒ἂν καὶ ἄγγελοι ἀπὸ τῶν θαλασσῶν τὰ μέρη‒ γιὰ νὰ τοὺς ἰατρεύσῃ ὀρεινοτραφείς, ἀλλὰ καὶ ὀρεινοθαλάσσιος κατὰ τὸν κ. Λαόνικο, Ἀγραφιώτης. Εἶχε μπεῖ τὸ καλοκαίρι.
 —Ἔχεις πάει στὴν Ἄνδρο τὸν ρώτησε μὲ πραεῖα καὶ μειλίχια  φωνή.
—Οὔτε ἀπ᾿ ἐξω δὲν ἔχω περάσει, ἀπήντησε.
—Ἂν θὲς νὰ ξεκαλοκαιριάσεις ὄμορφα καὶ ἥσυχα νὰ πᾶς στ’ Ἀποίκια, στὶς Στενιές, τοῦ πρότεινε. Θὰ πιεῖς νερὸ στὴ Σάριζα ἀγναντεύοντας ὅλο τὸ Αἰγαῖο.
—Θὰ σοῦ βρῶ καὶ τόπο νὰ μείνεις, προσέθεσε ὁ Μιχαὴλ ἄγγελος.  

«—Νὰ πᾶτε, κύριε, χωρὶς ἄλλο, στὰ Ἀποίκια, νὰ ἰδῆτε τὴ Σάριζα, μὲ τὴν πηγή της, καὶ τὴν Πιθάρα μὲ τὸν καταρράκτην της...» (Π. Νιρβάνας, 1928).

Ἄνδρος: «ἡ νῆσος ἡ ἔκπαγλος, ἡ βασιλὶς τοῦ Αἰγαίου ... ἡ ὡραιοτέρα ὅλων τοῦ κόσμου» (Α. Ἐμπειρίκος).

«Ἂν οἱ Κουβαῖοι καυχῶνται, ὅτι ἡ Κούβα εἶναι ὁ μαργαρίτης τῶν Ἀντιλλῶν, οἱ Ἄνδριοι θὰ ἠμποροῦσαν νὰ καυχηθοῦν, ὅτι ἡ Ἄνδρος εἶναι ὁ μαργαρίτης τῶν Κυκλάδων» (Ν. Χατζηδάκης, 1928).

Πῆγε· συνοδείᾳ Ἀγγελῇ τὸ γένος. Σμῆνος «ἀγγέλων» στὴν Ἄνδρο. Ἀγγελόμορφες καταστάσεις. Ὁ τόκος τῆς Ἀγγέλως ‒καὶ ἐκεῖνος τῆς Ἀγγελῆς‒ περιηγήθηκε τὶς θάλασσες μὲ τὶς χρυσολευκάζουσες τὶς ἀμμουδιές, μὲ τὰ ὄστρακα, τὰ κοχλίδια καὶ τὰ χαλίκια καὶ τοὺς βράχους τοὺς λαξεμένους ἀπ’ τὸν ἀχὸ τῶν τραγουδιῶν τοῦ φλοίσβου τῶν κυμάτων· ἔνοιωσε ὡς χάρι, χάδι καὶ εὐλογία τοὺς ἐτησίους νὰ θωπεύουν ‒τοὺς μόνους ἀπὸ τοὺς ὁποίους τὸ ἀνεχόταν· ὄχι χωρὶς κάποιου εἴδους δυσανεξία‒ τὰ πρόσωπά τους, εἶδε τὶς κρῆνες καὶ τὰ ἀρχοντικὰ τῶν καπεταναίων μὲ τὴ μεγάλη ναυτικὴ παράδοση, τὰ μουσεῖα καὶ τοὺς περιστερεῶνες τοῦ νησιοῦ. Ἤπιε νερό, ὕδωρ νεαρόν, ἀπ᾿ τὴ ΣΑΡΙζΑ· Ὑδροῦσα γάρ:

Ἐφ. Ἑστία, φ. 12171/5.7.1928
«Ἀλλὰ ἡ μεγάλη ποίησις καὶ ἡ μεγάλη εὐλογία τῆς Ἀνδριώτικης γῆς εἶναι τὰ νερά της. ... Ἀπὸ παντοῦ, ἀπὸ κάθε βράχον, ἀπὸ κάθε λόχμην, ἀπὸ κάθε πλαγιὰν βουνοῦ, ἀπὸ κάθε πτυχὴν τοῦ ἐδάφους, ἀναβλύζουν νερά, κυλινδοῦνται νερά, κελαρύζουν νερά, ροχθοῦν νερά, κρημνίζονται νερά» (Π. Νιρβάνας, 1928).

Ὅμως, κοίταξε, ἔριξε κλεφτὴ  ματιὰ ἀπέναντι, πρὸς τὸ νησὶ τῆς Μεγαλόχαρης. Θυμήθηκε τὸν ὁμοχώριό του, τὸν ἀγραφιώτη διδάσκαλο Δημήτριο Χατζηπολυζώη. Ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ μέρη πέρασε γιὰ νὰ πάει στὴ γειτονικὴ κυματόδαρτη, ἀνεμόεσσα Τῆνο διδάσκαλος καὶ ἱεροκήρυκας, ὅπου σώζεται ὁ λόγος του στὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου (8.9.1805).
Σκέφτηκε, πὼς ἀπ’αὐτὰ τὰ χώματα, ἀπ’ αὐτὰ τὰ ἀκρογιάλια πέρασε και ὁ ἀγραφιώτικης καταγωγῆς λογοτέχνης καὶ Ἀκαδημαϊκὸς Ζαχαρίας Παπαντωνίου ὅταν διορίστηκε νομάρχης Κυκλάδων καὶ ἀπ᾿ τὰ ψηλὰ βουνὰ καὶ τὰς Παρισίους ἁρμυρίστικε στὶς θάλασσες τὶς Κυκλαδίτικες.
Μνημόνευσε καὶ τὸν ἐξ Ἄνδρου λόγιο κληρικὸ Θεόφιλο Καΐρη, ἐξόριστο στὴ Σκιάθο γιὰ τὰ θρησκευτικά του πιστεύω καὶ τὸν Σκιαθίτη μαθητή του Ἀργυρὸ Μπούρα τὸν σύζυγο τῆς Κοκκώνας Ἀννίτας, ποὺ πέθανε φθισικιὰ καὶ τὸ σπίτι της ἐρημώθηκε στὴ Σκιάθο· μὲ ἀφορμὴ τὸ ὁποῖο γράφτηκε ἀπ᾿ τὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη τὸ διήγημα  «Τῆς Κοκκώνας τὸ Σπίτι», ἐνῶ ἐκεῖ ἔμενε, ὅταν ἐρχόταν στὴ Σκιάθο, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Χαλκίδος Καλλίνικος Καμπάνης ὁ ἐξ Ἄνδρου, ὁ ἀρχαιοπρεπὴς καὶ γλυκύτατος δεσπότης, ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης στὸ διήγημά του «Φαντάσματα». Ἀκόμη, ἐφαντάζετο πὼς ἔβλεπε ἄλλον ἥρωα Μωραϊτιδικό, τὸν Καπετὰν-Φαφάναν ἀπὸ τὸ «Χριστούγεννα στὶς τρεῖς Μποῦκες», νὰ ἀποπλέει ἐξ Ἄνδρου φορτώσας λεμόνια διὰ Θεσσαλονίκην.
Μάλιστα, στὰ 1912 ὁ Ζαχαρίας Παπαντωνίου μὲ τὰ χρονογραφήματά του «Σκιαμαχία» καὶ «Τὸ σκάνδαλον» εἶχε ὑπερασπιστεῖ τὴν ἀπόφαση τῶν κατοίκων τῆς Ἄνδρου νὰ στήσουν ἀνδριάντα τοῦ ὁμοπατρίου τους Θ. Καΐρη στὸ νησί τους, τιμώντας τὴν παιδευτικὴ καὶ ἀνθρωπιστική του προσφορὰ καὶ δράση, διαχωρίζοντάς την ἀπὸ τὶς ὅποιες θρησκευτικές του δοξασίες. Ἡ προτομὴ τελικὰ στήθηκε:

«...Ἐδῶ ἂς σταθοῦμε. Κάτω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ πλάτανο,ἀπέναντι ἀπὸ τὴν προτομὴ τοῦ Θεόφιλου Καΐρη, μὲ τὸν ἔχοντα τὸ γενικὸ καὶ εὐγενικὸ πρόσταγμα τῆς ὀργανωτικῆς καὶ φιλοξενικῆς ὡς πρὸς τὴ σίτιση ἐπιτροπῆς,μὲ τὸν παπα-Γιάννη ἀπὸ τὴ Μεσαριὰ μᾶς βρῆκε ἡ πανσέληνος τῆς Ἄνδρου, πρὸς τὸ μελὶ στὴν ἀρχὴ ποὺ ἀργότερα ἀργυροχύθηκε»·[ἀπὸ τὸ ἄρθρο, «Ἄνδρος, Ἀνδρεῖοι, Ἀνδριάντες» τοῦ Κοζανιτικογρεβενιώτικου ἱστολογίου, «Ἡ παρέμβαση», 4. 7. 2007· μνήμη  τοῦ ἁγίου Μιχαὴλ τοῦ Χωνιάτη τοῦ ἐφησυχάσαντος ἐν τῷ Πανείῳ ὄρει. Ἡ Δ υ τ ι κ ο μ α κ ε δ ο ν ι κ ὴ ἀντιπροσωπεία εἶχε μεταβεῖ στὴν Ἄνδρο γιὰ τὰ ἀποκαλυπτήρια τῆς προτομῆς τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτου Σερβίων καὶ Κοζάνης, Διονυσίου Ψαριανοῦ τοῦ ἐκ Πιτροφοῦ Ἄνδρου καταγομένου, πνευματικοῦ πατρός, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τοῦ μητροπολίτου Καρπενησίου Νικολάου Δρόσου].

Περνοῦσαν τὰ χρόνια κι οἱ δεκαετίες κι ὁ Ἀσημένιος ἄγγελος τῆς Ἄνδρου μὲ τὸν Μιχαὴλ ἄγγελο τῆς Κρήτης καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς, τὸν ἐπισκεπτόταν ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρόν. Τοῦ ἔφερναν, πάντοτε, γιὰ νὰ τὸν φιλεύσουν, δῶρα, ἐν εἴδει πτερόεντων δώρων· σὰν νὰ τὰ ἔφερναν ἀπὸ τὰ ἄνω βασίλεια.
Ἦλθαν δύσκολες ἡμέρες. Ὁ Ἀσημένιος ἄγγελος πληγώθηκε. Πάλαιψε, (μὲ τὴν ἀνύστακτη φροντίδα καὶ τὴν ἀπέραντη συμπαράσταση τοῦ Μιχαήλ), νὰ ἐπουλώσει τὴν πληγή. Δὲν τὰ κατάφερε. Τελικά, ἄνοιξε διάπλατα τὶς πτέρυγές του, τὶς ἐτάνυσε καὶ τὴν Παρασκευή, 19 Ὀκτωβρίου 2018, ὅδευσε πρὸς τὰς οὐρανίους ἁψίδας, ἔνθα ἀπέδρα πᾶσα λύπη, πόνος, στεναγμός.... χωρὶς –προσωρινῶς– τὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Μιχαὴλ ἄγγελου, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ σταθεῖ,· δὲν εὕρισκε παρηγορίαν. Τὸν ἀποχαιρέτησε ψελλίζοντας:
Θὰ ξανασυναντηθοῦμε ... ἀλλοιῶς.
Ντῖνος Ἀγραφιώτης
*Πρώτη δημοσίευση στὴν ἐφημερίδα «ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ» τῶν Γρεβενῶν, φ. 800/23.11.2018, σ. 15-16.
 

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ, 18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1979


Ι. Ν. Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Χαλκίδος. Xειροτονία  εἰς ἱερέα τοῦ φιλαγραφιώτου π. Κωνσταντίνου Καλλιανοῦ

18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2018. 39 ΕΤΗ ΜΕΤΑ

Ἐφ. Μακεδονία, 18.11.1979
Ἐκεῖνο τὸ πρωϊνὸ τῆς 18ης Νοε. τοῦ σωτηρίου ἔτους 1979, Ἀρχιερατικὴ Λειτουργία, στὴν ὑγρὴ πόλη τῆς Χαλκίδος. Κατάνυξη καὶ στιγμὲς ποὺ ὑπερβαίνουν τὴν καθημερινότητα καὶ συνορεύουν μὲ τὴν αἰωνιότητα. Τριάντα ἐννέα χρόνια μὲ κλυδωνισμοὺς ἀλλὰ καὶ εὐεργεσίες ... «Η Θεία Χάρις, ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα...»

Κ. Σπ. Τ.

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018

ΣΚΙΑΘΟΣ, 25 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1929. ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤΊΔΟΥ


ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤΊΔΗ ΣΤῸ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ (1901)
 
Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης.
Ἀκρυλικὸ σὲ χαρτί,  
ἔργο (2018) τοῦ Κώστα Ντιό 

 
Στὶς 25  Ὀκτ. 1929 ἐκοιμήθη στὴ Σκιάθο, τὴ γενέτειρά του, ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης· ὡς μοναχὸς Ἀνδρόνικος πλέον, ἀφοῦ τὸν προηγούμενο μῆνα ἐκάρη μοναχός. Μετὰ ἀπὸ δύο ἡμέρες στὴν ἐφ. Σκρίπ δημοσιεύται ἀνωνύμως ἕνα μικρὸ ἄρθρο μὲ ἀφορμὴ τὸν θάνατόν του. Γράφει ὁ συντάκτης τοῦ μικροῦ δημοσιεύματος:
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ 
Μετὰ τὸν Παπαδιαμάντην, ὁ Μωραϊτίδης. Μετὰ τὸν Δάμονα ὁ Φιντίας τῆς Σκιάθου. Ἡ ὡραία νῆσος, τὴν ὁποίαν ὁ ἀείμνηστος Γαβριηλίδης ἀπεκάλεσε ‘’καταπρασίνην, εὐωδιἀζουσαν, γαληνιῶσαν, εὐσεβῆ ψυχήν, πολύκολπον, εὐλίμενον, δασοστεφῆ,βοσπορίζουσαν καὶ περικαλλῆ, ἐγένετο ὁ τάφος τοῦ Μωραϊτίδη, ὅπως ἐγένετο ὁ τάφος τοῦ Παπαδιαμάντη. Ὁ Μωραϊτίδης ὑπῆρξεν ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν Ἕλλην διηγηματογράφος. Τὰ διηγήματά του, καὶ ἐν γένει ὅλα του τὰ ἔργα,διεκρίνοντο διὰ τὸ Ἑλληνικὸν αὐτῶν χρῶμα, διὰ τὸ ἑλληνοπρεπὲς ὕφος καὶ διὰ τὰς ὑγιὰς ἀρχὰς καὶ βάσεις των. Τὰ ἔργα τοῦ Μωραϊτίδη εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν ἔργα ἑλληνικά,τὰ περισσότερα δὲ ἦσαν ἐμνευσμένα ἀπὸ τὴν γλυκυτάτην θρησκευτικὴν μυστικοπάθειαν τοῦ ποιητοῦ. Καὶ αὐτός, ὅπως καὶ ὁ Παπαδιαμάντης ἐνεπνεύσθη ἀριστουργήματα ἀπὸ τὴν θείαν πνευματικὴν πανδαισίαν τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Ἡ Ἑλλὰς εἰς τὸ πρόσωπον  τοῦ Μωραϊτίδου δὲν χάνει μόνον ἕναν βασιλέα τοῦ διηγἠματος, ἕνα δεινὸν χειριστὴν τῆς γραφίδος, ἕνα ὑμνητὴν τῶν ὡραιοτήτων της. Χάνει καὶ ἕνα πραγματικὸ πατριώτην.


             Ἐφ. Σκρίπ, φ. 9890/27.10.1929, σ. 1.

Στὴν ἴδια ἐφημερίδα δημοσιεύεται, τιμητικῶς, στὶς σελ. 1-2 καὶ σὲ συνέχειες στὰ ἑπόμενα φύλλα 28/29/30 Ὀκτ. καὶ 1 Νοεμβρίου τὸ διήγημα τοῦ Ἀλεξ. Μωραϊτίδη «Τῶν θαλασσῶν ὁ Ἅγιος».

Ἐφ. Σκρίπ, φ. 9890/27.10.1929, σ. 1.
 
 
 
 
25 Ὀκτωβρίου 2018
Κυκλοφορεῖ, θείᾳ οἰκονομίᾳ, ἀπὸ τὸ «ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΥΡΥΤΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΩΝ» τὸ βιβλίο: 

Ὅλα ἐν τῷ Καρπενησίῳ μεγαλοπρεπῆ
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤΙΔΗ ΣΤΟ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ (1901) 

Ἕνα γοητευτικό, περιπετειῶδες καὶ περίεργο ταξίδι διὰ μέσου τοῦ νοτίου καὶ τοῦ βορείου Εὐβοϊκοῦ καὶ ἀπὸ τὴ Στυλίδα, τὴ Λαμία καὶ μέσα ἀπὸ χάνια, βουνά, ἔλατα καὶ χιόνια στὴ πρωτεύουσα τοῦ νεοσυσταθέντος νομοῦ Εὐρυτανίας, τὸ Καρπενήσι, ποὺ κατὰ τὸν Μωραϊτίδη:

«...ὅλα ἐν τῷ Καρπενησίῳ μεγαλοπρεπῆ, τὰ ψύχη του, τὰ δάση του, τὰ κυνήγια του. Μεγαλοπρεπὴς ἀκόμη καὶ ἡ μόνωσις τῆς σφριγώσης πολίχνης, θλιβομένης διὰ τὴν ἔλλειψιν τὴν ἔνοχον τῆς συγκοινωνίας, ἥτις τὴν ἀποκλείει ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος χειρότερον τῆς χιόνος, καταδικάζουσα αὐτὴν νὰ ζῇ ὡς ἐρημίτης μέσα εἰς τὰ μαῦρα πένθη τῆς μοναξίας καὶ μέσα εἰς τὰ μαῦρα ἔλατα…»

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

15 ΟΚΤ. ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤIΔΗ


Σκιάθος 15 Ὀκτωβρίου 1850. Γέννηση Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη.

Ὑπέφωσκεν ἡ πρωΐα τῆς 15ης Ὀκτωβρίου ὅταν θυμήθηκε πὼς σὰν σήμερα γεννήθηκε στὴ Σκιάθο ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης ὁ βασιλέας τῆς ἑλληνικῆς διηγηματογραφίας, ὁ Ἑλληνας Δίκενς ὅπως εὐφυῶς εἶχε χαρακτηρισθεῖ ἀπὸ τὸν Βλάση Γαβριηλίδη. Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1901, στὰ πλαίσια τῶν δημοσιογραφικῶν του ἀποστολῶν, εἶχε μεταβεῖ τὸ Καρπενήσι· μὲ τὸ ἀτμόπλποιο «Ἤπειρος» μέχρι Στυλίδος καὶ μὲ ἱππήλατες ἅμαξες μετὰ ἕνα περιπετιῶδες ταξίδι μέσα ἀπὸ βουνά, χιόνια, καὶ ἔλατα ἔφτασε στὴν πρωτεύουσα τοὺ νεοσύστατου τότε νομοῦ Εὐρυτανίας καὶ γράφει γιὰ τὸ Καρπενήσι:  
Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης ταξιδεύει στὸ
Καρπενήσι μὲ τὸ ἀτμόπλοιο "Ἤπειρος".
Ξηροπαστὲλ ὑπὸ Σπ. Σιατούφη
Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης
ταξιδεύει στὸ
Καρπενήσι
μὲ ἱππήλατη ἅμαξα.
Ξηροπαστὲλ ὑπὸ Σπ. Σιατούφη
«Καὶ ἡ δικαία αὐτὴ χαρὰ τῆς ὀρεινῆς κωμοπόλεως εἶναι μεγαλοπρεπής, ὡς εἶναι μεγαλοπρεπῆ καὶ ὅλα τὰ καλά του. Μεγαλοπρεπὴς ὁ χειμών του. Μεγαλοπρεπεῖς καὶ αἱ κατάλευκοι κλιτύες τῶν ὑψικορύφων βουνῶν του. Μεγαλοπρεπεῖς καὶ αὐτοὶ οἱ ὀρεινοὶ ἀγρόται, ὀγκώδεις ἀπὸ τὰς βαρείας χλαίνας  καὶ σκληριπτύχους λιάρας. Ἀλλὰ καὶ ἡ φθήνια τῶν πραγμάτων εἶναι μεγαλοπρεπὴς καὶ αὐτὴ ἐν τῇ εὐτελείᾳ της. Τέλος, ὅλα ἐν τῷ Καρπενησίῳ μεγαλοπρεπῆ, τὰ ψύχη του, τὰ δάση του, τὰ κυνήγια του. Μεγαλοπρεπὴς ἀκόμη καὶ ἡ μόνωσις τῆς σφριγώσης πολίχνης, θλιβομένης διὰ τὴν ἔλλειψιν τὴν ἔνοχον τῆς συγκοινωνίας, ἥτις τὴν ἀποκλείει ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος χειρότερον τῆς χιόνος, καταδικάζουσα αὐτὴν νὰ ζῇ ὡς ἐρημίτης μέσα εἰς τὰ μαῦρα πένθη τῆς μοναξίας καὶ μέσα εἰς τὰ μαῦρα ἔλατα…
— Ἀπὸ δῶ λοιπὸν πᾶνε σ᾿ τὸ Καρπενῆσι! ἔλεγα τὸ βράδυ-βράδυ καθήμενος εἰς τὸν οἰκῖσκόν μου καὶ καμαρόνων τὴν δύσιν λάμπουσαν εἰς τὰ χιόνια τοῦ Τυμφρηστοῦ, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου παρέστην μετὰ ἕνα τόσον μεγαλοπρεπῆ γῦρον θαλάσσης καὶ ξηρᾶς…»

 Κων. Σπ. Τσιώλης